Του Αντώνη Παπαντωνίου
Επειδή η Επιστημονική Γνώση συνήθως είναι ελλειπής για μια σειρά ζητήματα κάποια από τα οποία, ειδικά στην περίοδο που ζούμε, έχουν πολύ μεγάλη σημασία για την πορεία μας στο μέλλον, ένα μέλλον άκρως προβληματικό θεωρώ αναγκαίο αλλά και χρήσιμο να μεταφέρω γνώση από ένα Νομοδιδάσκαλο του περασμένου Αιώνα, του Χρήστου Σγουρίτσα, και αυτό επειδή η Γνώση, κατά την άποψή μου, δημιουργεί δύναμη και η δύναμη αυτοπεποίθηση. Τα σχόλια και τα συμπεράσματα μετά την ανάγνωση τα αφήνω σε σας!
1.- Ο κοινωνικός βίος εξελίσσεται αενάως, ουχί όμως και κανονικώς. Πέραν ωρισμένων της εξελίξεως σταδίων δεν προχωρεί πολλάκις ο ανθρώπινος οργανισμός άνευ βιαίας διασείσεως της κοινωνίας. Όταν πείσμονες δυνάμεις κλείουν τον δρόμον της εξελίξεως του πολιτισμού, όταν αι απαιτήσεις τούτου διαρκώς αυξάνουν άνευ ελπίδος εκπληρώσεως αυτών, τότε η κοινωνία ευρίσκεται πρό τρομερού διλλήματος: η να εξαφανισθη, η βία να ανανεωθεί. Εάν εν τω κοινωνικώ οργανισμώ υπάρχουν ακόμη άφθαρτοι και βιωφόροι δυνάμεις ικαναί να αναζωπυρήσουν τον φθινόμενον οργανισμόν, τότε η κοινωνία εξανίσταται και ανανεούται, εάν δε μη, η κοινωνία μαραίνεται και καταπίπει. Τοιαύτα παραδείγματα παρέχει η Ιστορία εν αφθονία. Πολλάκις συνέβη ώστε τα θεμέλια μιάς κοινωνίας να κλωνίζωνται, η ηθική της να εκφυλίζεται, η δικαιοσύνη της να καταπίπτει και ολόκληρος ο οργανισμός να κλίνει προς την δύσιν τόσον ακατασχέτως, .ωστε μόνον διά της βιαίας αναβαπτίσεως αυτού να είναι δυνατή η αναστολή της καταπτώσεως. Η κοινωνία ευρισκομένη εν μέσω των πρώτων συμπτωμάτων του μαρασμού συνήθως οπλίζεται μετά καρτερίας και ρίπτεται εις τον σκληρότερον αγώνα, ίνα γεφυρώσει το χάσμα, το οποίον υφίσταται μεταξύ της παρούσης καταστάσεως και των απαιτήσεων του πολιτισμού.
Εν τω σκληρω τούτω αγώνι διέρχεται η κοινωνία κρίσιν και εν τη εμφύτω αυτής θελήσει, όπως ζήσει, συντρίβει παν εμπόδιον, παραμερίζει απηρχαιωμένους τύπους, κόπτει το νήμα των παραδόσεων και θέτει τας βάσεις μιάς νέας μορφής του κοινωνικού βίου και μιάς νέας Ιστορίας.
Το σύνολον εκείνων των τάσεων και αγώνων, οι οποίοι γίνονται κατά της παρούσης καταστάσεως, κατά της παραδόσεως και πολλάκις κατά της ιστορίας, διότι αύται δεν ανταποκρίνονται πλέον προς τας νέας κοινωνικάς ανάγκας, προς τας απαιτήσεις του πολιτισμού, το σύνολον τούτων ονομάζομεν επανάστασιν. Η επανάστασις παρουσιάζεται ούτως ω αντίδρασις κατά της κοινωνικής κρίσεως, ως κοινωνική ανάγκη, συγχρίνως όμως παρίσταται και ως κοινωνική κρίσις. Είναι κρίσις, εφ όσον την κοινωνίαν, εν κρίσει ευρισκομένην, εκ θεμελίων διασείει, είναι ανάγκη, εφ όσον επέρχεται, ίνα ταύτην εκ της κρίσεως εξάγει. Ζητεί δια ριζικής καταστροφής ριζικώς να ανορθώση. Η εξαφάνισις της παρούσης καταστάσεως είναι το πάθος εκάστης επαναστάσεως, η γένεσις μιάς νέας είναι το πνεύμα και η δύναμις αυτής. Όσω μείζον είναι η αντίθεσις της παρούσης καταστάσεως προς τας απαιτήσεις του πολιτισμού, όσω μείζονες αι προσπάθειαι προς διατήρησιν αυτής, τόσω περισσότερον οξύνεται η κρίσις και τόσον σφοδρότερος είναι ο εναντίον αυτής εγειρόμενος αγών. Η επικράτησις τυ αγώνος τούτου οδηγεί εις ριζικάς μεταβολάς του κοινωνικού βίου, παραμερίζων την ενεστώταν κατάστασιν ιδρύει νέας ηθικάς βάσεις και πλάττει νέαν ιστορίαν, ευστόχως δε ο Karl Marx εχαρακτήρισε την επανάστασιν ως ατμομηχανήν της ιστορίας.
Αι δια των επαναστάσεων επερχόμεναι μεταβολαί δυνατόν να αναφέρωνται είτε εις την ηθικήν και θρησκείαν μιάς κοινωνίας, είτε εις το πολιτικόν βίον αυτής. Εν τη πρώτη περιπτώσει ομιλούμεν περί θρησκευτικών επαναστάσεων, εν τη δυτέρα περί πολιτικών τοιούτων. Υπάρχουν βεβαίως και περιπτώσεις, καθ ας εκ μιάς λαικής εξεγέρσεως επέρχονται μεταβολαί συγχρόνως και εις την ηθικήν και εις τον πολιτικόν βίον μιάς κοινωνίας, συνήθως όμως εκάστη εξέγερσις αποβλέπει κυρίως εις την μεταβολήν ωρισμένων εκδηλώσεων του κοινωνικού βίου, ων μεταβαλομένων επακολουθεί αφ εαυτής ούτως ειπείν και σχετική μεταβολή εις άλλας κοινωνικάς εκδηλώσεις λόγω της μεγάλης αναμεταξύ των σχέσεως και λόγω του κοινού αυτών σκοπού.
Δύο λοιπόν μεγάλας κατηγορίας των επαναστάσεων έχομεν: τάς θρησκευτικάς και τας πολιτικάς.
Ο σκοπός και τα μέσα των πολιτικών επαναστάσεων είναι διαφορτικά από των θρησκευτικών. Αλλαγή του πολιτικού βίου είναι ο σκοπός της πολιτικής επαναστάσεως, μέσα δε προς εκπλήρωσιν τούτου είναι η βία.Βεβαίως και τα κηρύγματα και ο τύπος αποτελούν όπλα της πολιτικής επαναστάσεως, αλλ ό,τι κυρίως αυτήν χαρακτηρίζει είναι η βία. Πρότυπα τοιούτων επαναστάσεων ήσαν η Αγγλική του 1649, η μεγάλη Γαλλική του 1789 και αι ταυτόχρονοι επαναστάσεις του 1848. Και είναι πρότυπα επαναστάσεων αι εξεγέρσεις αύται, διότι ήσαν εμπεποτισμέναι εκ γενικωτέρων και ωρίμων ιδεών και ως εκ τούτου η επίδρασις αυτών εξήλθε πέραν των ορίων της πολιτείας των επαναστατησάντων λαών και των οποίων τα αποτελέσματα μέχρι σήμερον αισθανόμεθα.
2.- ‘Όπως προείπομεν, (1) βάσις της ερεύνης ημών θα είναι αι πολιτικαί επαναστάσεις.Επανάστασις υπ αυτήν την έννοιαν είναι η βιαία μεταβολή του πολιτικού βίου των λαών, η λαική εξέγερσις μιάς πολιτείας, η οποία σκοπεί την βιαίαν μεταβολήν είτε ολοκλήρου είτε μέρους της μορφής του πολιτεύματος, την μεταβολήν δηλαδή του είδους της κυβερνήσεως και ουχί απλώς του προσώπου του κυβερνήτου. Αι επαναστάσεις αύται τροφοδοτούνται με ιδέας, παρασκευάζονται ηρέμα και παρέχουν την εγγύησιν της επιτυχίας, τότε δε μόνον εκρήγνυνται, όταν η κυβέρνησις της χώρας δεν προσαρμόζεται προς τις απαιτήσεις του λαού και άλλον μέσον εκπληρώσεων αυτών δεν υπάρχει η η βία. Κατά τούτο διαφέρει και η επανάστασις της μεταρρυθμίσεως. Και η μεταρρύθμισις άγει πολλάκις εις μεταβολήν του πολιτεύματος, δεν θεωρείται όμως επανάστασις, διότι την μεταβολήν την επιφέρει ειρηνικώς και ουχί βιαίως, εκτός δε τούτου η μεταρρύθμισις επιβάλλεται υπό της κυβερνήσεως ενώ η επανάστασις υπό του λαού. Κανονικαί εκ μέρους της κυβερνήσεως μεταρρυθμίσεις και ανάλογοι προς τας απαιτήσεις της εξελίξεως φράττουν τον δρόμον προς την επανάστασιν και αφαιρούν τα όπλα των επαναστατών, κυβερνητική τουναντίον αδράνεια και αδιαφορία πρό των απαιτήσεων τούτων ενισχύει και οπλίζει τας επαναστάσεις. Η επανάστασις παρίσταται ούτω και ως έκφρασις των απαιτήσεων της εξελίξεως.ως ιστορική τελειοποίησις της εξελίξεως μετά της οποίας ζητεί να συμβαδίσει. Υπάρχουν βεβαίως και περιπτώσεις, κατά τας οποίας αι επαναστάσεις προηγούνται της εξελίξεως, υπερβαίνουν τας απαιτήσεις μιάς κοινωνίας και δημιουργούν κατάστασιν απαιτητήν από μελλούσας γενεάς. Τούτο συμβαίνει ιδίως, όταν των επαναστάσεων τούτων ηγήται ανθρώπινον δαιμόνιον (genie) βλέπον πέραν της ακτίνος, εις την οποίαν εξικνείται το βλέμμα της παρούσης γενεάς και προαισθανόμενον τας ανάγκας μιάς μελλούσης, υπερπηδά την παρούσαν και προσβλέπει σταθερώς την μέλλουσαν εξέλιξιν.
Η βία, η οποία υπονοεί και την χρήσιν όπλων, είναι χαρακτηριστικόν της επαναστάσεως, εκ τούτου όμως δεν πρέπει να συμπεράνει τις, ότι είναι απαραίτητος η αιματοχυσία, ούτε και των αντιπάλων η τρομοκρατία. Ταύτα επακολουθούν τότε μόνον , όταν η αντίστασις είναι πείσμων. <Η εξέγερσις όμως του πλήθους πρέπει τουλάχιστον μέχρι τοιούτου σημείου να είναι απειλητική, ώστε να δύναται ο αντίπαλος να διαγνώσει εν αυτή: και εάν δεν ακολουθήσω προθύμως, τότε θα χρειαστεί βία, έστω και αν η βία αύτη δεν δεν στρέφεται κατά της ζωής η της υγείας.
Η επανάστασις είναι ανθρώπινον φαινόμενον και ως τοιούτον έχει ωρισμένας αιτίας και αποβλέπει εις ωρισμένους σκοπούς, οδηγείται υπό ιδεών και αποβλέπει εις την εκπλήρωσιν αυτών. Ελευθερια, δικαιοσύνη. Ισότης και αδελφωσύνη είναι αι εκάστοτε ακουόμεναι κραυγαί των επαναστατών. Μέχρι το 1848 η ιδέα της ελευθερίας ήταν η απαρχή και το τέλος εκάστης επαναστάσεως. Από του 1848 και εντεύθεν προσευέθη και η ιδέα της ισότητος. Αφότεραι είναι και ιδέαι του παρόντος αιώνος, υπερέχει μεν η ιδέα της ελευθερίας, αλλά και η ιδέα της ισότητος αρχίζει να γίνεται επιβλητική Εντεύθεν έχομεν και δύο είδη επαναστάσεων, των οποίων την μέν από της ιδέας της ελευθερίας εκπορευομένην ονομάζομεν πολιτειακήν, την δε από της ισότητος κοινωνικήν. Εκείνη είναι αγών προς επικράτησιν φιλελεύθερων αρχών, αύτη προς επιβολήν περιουσιακής ισότητος. Η πολιτειακή επανάστασις σκοπεί την μεταβολήν του πολιτικού βίου μιάς ωρισμένης πολιτείας και την προσαρμογήν τούτου προς τας απαιτήσεις της ελευθερίας, η οποία προυποθέτει την δικαιοσύνην και την ισότητα απέναντι του δικαίου, ουχί όμως και περιουσιακήν τοιαύτην, ενώ η κοινωνική, ριζοσπαστικωτέρα της πρώτης εις την επιζητουμένην μεταβολήν και γενικωτέρα ως προς την έκτασιν, αφ ου δεν ενδιαφέρεται μόνον διά μίαν πολιτείαν, αλλά δι όλην την κοινωνίαν, ζητεί να επιβάλη την περιουσιακήν ισότητα ελπίζουσα ούτως, ότι θα επιφέρει ι την γενικήν αδελφωσύνην μεταξύ διαφόρων λαών, οι οποίοι λόγω ακριβώς αυτής της μέχρι σήμερον ανισότητος υποβλέπονται και αλληλο σπαράσσονται είς αγώνας καταστρεπτικούς.
Μετά της πολιτικής και κοινωνικής επαναστάσεως, τας οποίας αποκλειστικώς ενταύθα θα έχομεν υπ όψει, δεν πρέπει να συγχίση τις την επανάστασιν προς ανεξαρτησίαν ενός λαού δουλεύοντος υπό τον ζυγόν άλλου λαού. Ένοπλος βία χαρακτηρίζει και την επανάστασιν αυτήν, σκοπός όμως είναι ουχί η μεταβολή πολιτεύματος μιάς πολιτείας, αλλά η απ αυτής απόσπασις μέρους και η εξ αυτού δημιουργία μιάς νέας πολιτείας. Τοιαύται επαναστάσεις παρατηρούνται συνήθως εις μίαν πολιτείαν, ης ο λαός δεν είναι ομοιογενής, αλλ αποτελείται από μάζας διαφόρου εθνικότητος. Η Ελληνική επανάστασις του 1821, η Βελγική του 1830 και αι μετέπειτα Βαλκανικαί επαναστάσεις ανήκουν είς την κατηγορίαν ταύτην.
Υ.Γ. Χρησιμοποίησα ακριβώς τη γλώσσα της εποχής γραφής του βιβλίου προς άρσιν αμφισβητήσεων.
Βιβλιογραφία: ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΙΣ- ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟΝ (Χρήστου Σγουρίτσα-Εκδόσεις Ελευθερουδάκη 1925).
Υ.Γ. Χρησιμοποίησα ακριβώς τη γλώσσα της εποχής γραφής του βιβλίου προς άρσιν αμφισβητήσεων.
Αντώνης Παπαντωνίου
Εν τω σκληρω τούτω αγώνι διέρχεται η κοινωνία κρίσιν και εν τη εμφύτω αυτής θελήσει, όπως ζήσει, συντρίβει παν εμπόδιον, παραμερίζει απηρχαιωμένους τύπους, κόπτει το νήμα των παραδόσεων και θέτει τας βάσεις μιάς νέας μορφής του κοινωνικού βίου και μιάς νέας Ιστορίας.
Το σύνολον εκείνων των τάσεων και αγώνων, οι οποίοι γίνονται κατά της παρούσης καταστάσεως, κατά της παραδόσεως και πολλάκις κατά της ιστορίας, διότι αύται δεν ανταποκρίνονται πλέον προς τας νέας κοινωνικάς ανάγκας, προς τας απαιτήσεις του πολιτισμού, το σύνολον τούτων ονομάζομεν επανάστασιν. Η επανάστασις παρουσιάζεται ούτως ω αντίδρασις κατά της κοινωνικής κρίσεως, ως κοινωνική ανάγκη, συγχρίνως όμως παρίσταται και ως κοινωνική κρίσις. Είναι κρίσις, εφ όσον την κοινωνίαν, εν κρίσει ευρισκομένην, εκ θεμελίων διασείει, είναι ανάγκη, εφ όσον επέρχεται, ίνα ταύτην εκ της κρίσεως εξάγει. Ζητεί δια ριζικής καταστροφής ριζικώς να ανορθώση. Η εξαφάνισις της παρούσης καταστάσεως είναι το πάθος εκάστης επαναστάσεως, η γένεσις μιάς νέας είναι το πνεύμα και η δύναμις αυτής. Όσω μείζον είναι η αντίθεσις της παρούσης καταστάσεως προς τας απαιτήσεις του πολιτισμού, όσω μείζονες αι προσπάθειαι προς διατήρησιν αυτής, τόσω περισσότερον οξύνεται η κρίσις και τόσον σφοδρότερος είναι ο εναντίον αυτής εγειρόμενος αγών. Η επικράτησις τυ αγώνος τούτου οδηγεί εις ριζικάς μεταβολάς του κοινωνικού βίου, παραμερίζων την ενεστώταν κατάστασιν ιδρύει νέας ηθικάς βάσεις και πλάττει νέαν ιστορίαν, ευστόχως δε ο Karl Marx εχαρακτήρισε την επανάστασιν ως ατμομηχανήν της ιστορίας.
Αι δια των επαναστάσεων επερχόμεναι μεταβολαί δυνατόν να αναφέρωνται είτε εις την ηθικήν και θρησκείαν μιάς κοινωνίας, είτε εις το πολιτικόν βίον αυτής. Εν τη πρώτη περιπτώσει ομιλούμεν περί θρησκευτικών επαναστάσεων, εν τη δυτέρα περί πολιτικών τοιούτων. Υπάρχουν βεβαίως και περιπτώσεις, καθ ας εκ μιάς λαικής εξεγέρσεως επέρχονται μεταβολαί συγχρόνως και εις την ηθικήν και εις τον πολιτικόν βίον μιάς κοινωνίας, συνήθως όμως εκάστη εξέγερσις αποβλέπει κυρίως εις την μεταβολήν ωρισμένων εκδηλώσεων του κοινωνικού βίου, ων μεταβαλομένων επακολουθεί αφ εαυτής ούτως ειπείν και σχετική μεταβολή εις άλλας κοινωνικάς εκδηλώσεις λόγω της μεγάλης αναμεταξύ των σχέσεως και λόγω του κοινού αυτών σκοπού.
Δύο λοιπόν μεγάλας κατηγορίας των επαναστάσεων έχομεν: τάς θρησκευτικάς και τας πολιτικάς.
Ο σκοπός και τα μέσα των πολιτικών επαναστάσεων είναι διαφορτικά από των θρησκευτικών. Αλλαγή του πολιτικού βίου είναι ο σκοπός της πολιτικής επαναστάσεως, μέσα δε προς εκπλήρωσιν τούτου είναι η βία.Βεβαίως και τα κηρύγματα και ο τύπος αποτελούν όπλα της πολιτικής επαναστάσεως, αλλ ό,τι κυρίως αυτήν χαρακτηρίζει είναι η βία. Πρότυπα τοιούτων επαναστάσεων ήσαν η Αγγλική του 1649, η μεγάλη Γαλλική του 1789 και αι ταυτόχρονοι επαναστάσεις του 1848. Και είναι πρότυπα επαναστάσεων αι εξεγέρσεις αύται, διότι ήσαν εμπεποτισμέναι εκ γενικωτέρων και ωρίμων ιδεών και ως εκ τούτου η επίδρασις αυτών εξήλθε πέραν των ορίων της πολιτείας των επαναστατησάντων λαών και των οποίων τα αποτελέσματα μέχρι σήμερον αισθανόμεθα.
2.- ‘Όπως προείπομεν, (1) βάσις της ερεύνης ημών θα είναι αι πολιτικαί επαναστάσεις.Επανάστασις υπ αυτήν την έννοιαν είναι η βιαία μεταβολή του πολιτικού βίου των λαών, η λαική εξέγερσις μιάς πολιτείας, η οποία σκοπεί την βιαίαν μεταβολήν είτε ολοκλήρου είτε μέρους της μορφής του πολιτεύματος, την μεταβολήν δηλαδή του είδους της κυβερνήσεως και ουχί απλώς του προσώπου του κυβερνήτου. Αι επαναστάσεις αύται τροφοδοτούνται με ιδέας, παρασκευάζονται ηρέμα και παρέχουν την εγγύησιν της επιτυχίας, τότε δε μόνον εκρήγνυνται, όταν η κυβέρνησις της χώρας δεν προσαρμόζεται προς τις απαιτήσεις του λαού και άλλον μέσον εκπληρώσεων αυτών δεν υπάρχει η η βία. Κατά τούτο διαφέρει και η επανάστασις της μεταρρυθμίσεως. Και η μεταρρύθμισις άγει πολλάκις εις μεταβολήν του πολιτεύματος, δεν θεωρείται όμως επανάστασις, διότι την μεταβολήν την επιφέρει ειρηνικώς και ουχί βιαίως, εκτός δε τούτου η μεταρρύθμισις επιβάλλεται υπό της κυβερνήσεως ενώ η επανάστασις υπό του λαού. Κανονικαί εκ μέρους της κυβερνήσεως μεταρρυθμίσεις και ανάλογοι προς τας απαιτήσεις της εξελίξεως φράττουν τον δρόμον προς την επανάστασιν και αφαιρούν τα όπλα των επαναστατών, κυβερνητική τουναντίον αδράνεια και αδιαφορία πρό των απαιτήσεων τούτων ενισχύει και οπλίζει τας επαναστάσεις. Η επανάστασις παρίσταται ούτω και ως έκφρασις των απαιτήσεων της εξελίξεως.ως ιστορική τελειοποίησις της εξελίξεως μετά της οποίας ζητεί να συμβαδίσει. Υπάρχουν βεβαίως και περιπτώσεις, κατά τας οποίας αι επαναστάσεις προηγούνται της εξελίξεως, υπερβαίνουν τας απαιτήσεις μιάς κοινωνίας και δημιουργούν κατάστασιν απαιτητήν από μελλούσας γενεάς. Τούτο συμβαίνει ιδίως, όταν των επαναστάσεων τούτων ηγήται ανθρώπινον δαιμόνιον (genie) βλέπον πέραν της ακτίνος, εις την οποίαν εξικνείται το βλέμμα της παρούσης γενεάς και προαισθανόμενον τας ανάγκας μιάς μελλούσης, υπερπηδά την παρούσαν και προσβλέπει σταθερώς την μέλλουσαν εξέλιξιν.
Η βία, η οποία υπονοεί και την χρήσιν όπλων, είναι χαρακτηριστικόν της επαναστάσεως, εκ τούτου όμως δεν πρέπει να συμπεράνει τις, ότι είναι απαραίτητος η αιματοχυσία, ούτε και των αντιπάλων η τρομοκρατία. Ταύτα επακολουθούν τότε μόνον , όταν η αντίστασις είναι πείσμων. <Η εξέγερσις όμως του πλήθους πρέπει τουλάχιστον μέχρι τοιούτου σημείου να είναι απειλητική, ώστε να δύναται ο αντίπαλος να διαγνώσει εν αυτή: και εάν δεν ακολουθήσω προθύμως, τότε θα χρειαστεί βία, έστω και αν η βία αύτη δεν δεν στρέφεται κατά της ζωής η της υγείας.
Η επανάστασις είναι ανθρώπινον φαινόμενον και ως τοιούτον έχει ωρισμένας αιτίας και αποβλέπει εις ωρισμένους σκοπούς, οδηγείται υπό ιδεών και αποβλέπει εις την εκπλήρωσιν αυτών. Ελευθερια, δικαιοσύνη. Ισότης και αδελφωσύνη είναι αι εκάστοτε ακουόμεναι κραυγαί των επαναστατών. Μέχρι το 1848 η ιδέα της ελευθερίας ήταν η απαρχή και το τέλος εκάστης επαναστάσεως. Από του 1848 και εντεύθεν προσευέθη και η ιδέα της ισότητος. Αφότεραι είναι και ιδέαι του παρόντος αιώνος, υπερέχει μεν η ιδέα της ελευθερίας, αλλά και η ιδέα της ισότητος αρχίζει να γίνεται επιβλητική Εντεύθεν έχομεν και δύο είδη επαναστάσεων, των οποίων την μέν από της ιδέας της ελευθερίας εκπορευομένην ονομάζομεν πολιτειακήν, την δε από της ισότητος κοινωνικήν. Εκείνη είναι αγών προς επικράτησιν φιλελεύθερων αρχών, αύτη προς επιβολήν περιουσιακής ισότητος. Η πολιτειακή επανάστασις σκοπεί την μεταβολήν του πολιτικού βίου μιάς ωρισμένης πολιτείας και την προσαρμογήν τούτου προς τας απαιτήσεις της ελευθερίας, η οποία προυποθέτει την δικαιοσύνην και την ισότητα απέναντι του δικαίου, ουχί όμως και περιουσιακήν τοιαύτην, ενώ η κοινωνική, ριζοσπαστικωτέρα της πρώτης εις την επιζητουμένην μεταβολήν και γενικωτέρα ως προς την έκτασιν, αφ ου δεν ενδιαφέρεται μόνον διά μίαν πολιτείαν, αλλά δι όλην την κοινωνίαν, ζητεί να επιβάλη την περιουσιακήν ισότητα ελπίζουσα ούτως, ότι θα επιφέρει ι την γενικήν αδελφωσύνην μεταξύ διαφόρων λαών, οι οποίοι λόγω ακριβώς αυτής της μέχρι σήμερον ανισότητος υποβλέπονται και αλληλο σπαράσσονται είς αγώνας καταστρεπτικούς.
Μετά της πολιτικής και κοινωνικής επαναστάσεως, τας οποίας αποκλειστικώς ενταύθα θα έχομεν υπ όψει, δεν πρέπει να συγχίση τις την επανάστασιν προς ανεξαρτησίαν ενός λαού δουλεύοντος υπό τον ζυγόν άλλου λαού. Ένοπλος βία χαρακτηρίζει και την επανάστασιν αυτήν, σκοπός όμως είναι ουχί η μεταβολή πολιτεύματος μιάς πολιτείας, αλλά η απ αυτής απόσπασις μέρους και η εξ αυτού δημιουργία μιάς νέας πολιτείας. Τοιαύται επαναστάσεις παρατηρούνται συνήθως εις μίαν πολιτείαν, ης ο λαός δεν είναι ομοιογενής, αλλ αποτελείται από μάζας διαφόρου εθνικότητος. Η Ελληνική επανάστασις του 1821, η Βελγική του 1830 και αι μετέπειτα Βαλκανικαί επαναστάσεις ανήκουν είς την κατηγορίαν ταύτην.
Υ.Γ. Χρησιμοποίησα ακριβώς τη γλώσσα της εποχής γραφής του βιβλίου προς άρσιν αμφισβητήσεων.
Βιβλιογραφία: ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΙΣ- ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟΝ (Χρήστου Σγουρίτσα-Εκδόσεις Ελευθερουδάκη 1925).
Υ.Γ. Χρησιμοποίησα ακριβώς τη γλώσσα της εποχής γραφής του βιβλίου προς άρσιν αμφισβητήσεων.
Αντώνης Παπαντωνίου